Ενετοί μηχανικοί και ντόπιοι μάστορες
Οι οχυρώσεις της Σπιναλόγκας αποτελούν λαμπρά δείγματα της ιδιοφυίας των μηχανικών της Βενετίας, αλλά και της μεγάλης ικανότητας των ντόπιων μαστόρων. Το Ενετικό κράτος, παρά τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει, δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον και δαπανά ένα ιδιαίτερα υψηλό ποσό για την ανέγερσή τους. Εκείνο όμως που βοήθησε στο να διατηρηθούν μέχρι σήμερα είναι η εξαιρετική ποιότητα της κατασκευής του.
Ο σχεδιασμός και η ανέγερση του φρουρίου ανατίθεται στον μηχανικό Genese Bressani. Τις αρχικές εργασίες επιβλέπει αυτοπροσώπως ο Γενικός Προβλεπτής της Κρήτης Luca Michiel, ενώ στην συνέχεια την επίβλεψη αναλαμβάνουν σημαντικοί Ενετοί αξιωματούχοι, που διαθέτουν ήδη μεγάλη εμπειρία στην κατασκευή φρουρίων σε άλλα μέρη της Κρήτης και οι οποίοι μάλιστα δίνουν το όνομά τους σε τμήματα και οχυρώματα του φρουρίου της Σπιναλόγκας.
Ως υλικά ανοικοδόμησης χρησιμοποιούνται η σκληρή ασβεστολιθική πέτρα της ίδιας της νησίδας και ο μαλακός ψαμμίτης (αμμούδα) που εξορύσσεται από την ανατολική πλευρά της Σπιναλόγκας και την παρακείμενη χερσόνησο.
Εκατό περίπου άνθρωποι διαφορετικών ειδικοτήτων, ντόπιο εργατικό δυναμικό που αποτελείται από λατόμους για την εξόρυξη της πέτρας, αρχιτεχνίτες, τεχνίτες, χτίστες και ξυλουργούς, εργάζονται καθημερινά για την ανέγερση του φρουρίου, αμειβόμενοι ανάλογα με τη θέση που κατέχουν στη διαδικασία της παραγωγής. Εργάζονται επίσης και κάτοικοι των περιοχών Σητείας και Ιεράπετρας, που εκτελούν την υποχρεωτική τους εργασία (αγγαρεία), σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις της εποχής. Για τη λατόμευση της πέτρας μεταφέρουν ειδικούς, ακόμα και από την περιοχή των Χανίων, που έχουν εργαστεί για την κατασκευή του φρουρίου της Σούδας. Πελεκούνται πέτρες, κτίζονται ασβεστοκάμινα και μεταφέρεται χώμα κατάλληλο για τις επιχωματώσεις. Το κοκκινόχωμα που υπάρχει σήμερα πάνω στη νησίδα μεταφέρθηκε γι’ αυτό το σκοπό. Στις μεταφορές βοηθά το πολεμικό ναυτικό των Ενετών.